Tι "σημαίνουν" οι διαρκείς συγκρούσεις με τα πεθερικά;
Τα προβλήματα στις σχέσεις με τα πεθερικά αποτελούν διαχρονικά ένα από τα πιο «φλέγοντα» ζητήματα που πυροδοτούν ιδιαίτερη ένταση μέσα στα ζευγάρια. Δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις ζευγαριών που, εξαιτίας της αδυναμίας τους να διαχειριστούν την ένταση που δημιουργούν οι σχέσεις με την πατρική οικογένεια του ενός ή και των δύο συντρόφων, καταλήγουν στο διαζύγιο. Εξίσου συχνές βέβαια είναι και οι περιπτώσεις ζευγαριών, όπου ο ένας από τους δύο συντρόφους «αναγκάζεται» να διακόψει τελείως το δεσμό του με τους γονείς του, προκειμένου να «διαφυλάξει» από αυτούς τη νέα οικογένεια που δημιούργησε. Και τα δύο αυτά ενδεχόμενα είναι ιδιαίτερα καταστροφικά και επώδυνα και υποδηλώνουν σοβαρές δυσκολίες στον τρόπο με τον οποίο έχει μάθει κανείς να σχετίζεται με τα πιο αγαπημένα του πρόσωπα.
Όμως, τι ακριβώς σημαίνουν οι διαρκείς συγκρούσεις με τα πεθερικά;
1) Έλλειψη ορίου στις σχέσεις με την πατρική οικογένεια
Η έλλειψη ορίου στη σχέση του ζευγαριού με την πατρική οικογένεια ουσιαστικά αντικατοπτρίζει την έλλειψη ορίου στη σχέση των πεθερών με το ίδιο τους το παιδί. Ένα ζευγάρι πεθερών δεν αρχίζει ξαφνικά μόλις παντρεύτηκε το παιδί τους να επεμβαίνουν στη ζωή του ή να κάνουν αρνητικά σχόλια για τις επιλογές του. Προφανώς, αυτό το έκαναν και προτού παντρευτεί το παιδί. Συνεπώς η τάση των πεθερών να παρεμβαίνουν ή να κριτικάρουν (από την πολύ «αγάπη» και το «ενδιαφέρον» για τα παιδιά τους) τη ζωή του ζευγαριού έχει τις ρίζες της στη «συγχωνευμένη» σχέση, που ήδη διατηρούσαν με το ενήλικο παιδί τους. Η συγχωνευμένη σχέση είναι ένα είδος παθολογικής σχέσης ανάμεσα σε δύο, τρία ή παραπάνω πρόσωπα (συνήθως από την ίδια οικογένεια), στα πλαίσια της οποίας δεν υπάρχει όριο στην προσωπική τους αλληλεπίδραση. Στα πλαίσια αυτών των σχέσεων το ένα μέλος της σχέσης αισθάνεται ακριβώς ότι αισθάνεται ένα άλλο μέλος της οικογένειας. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα μίας μητέρας, η οποία έχει μία κόρη που είναι υπερβολικά αγχωμένη και νιώθει κατάθλιψη. Σε μία συγχωνευμένη σχέση, η μητέρα αυτής της κοπέλας δεν στεναχωριέται επειδή η κόρη της αισθάνεται άσχημα, αλλά μπαίνει ακριβώς στην ίδια διάθεση με την κόρη της, γίνεται δηλ. και η ίδια αγχωμένη και καταθλιπτική. Η συγχωνευμένη σχέση ενός παιδιού με το γονέα διαμορφώνεται από την πρώιμη παιδική ηλικία, αλλά συχνά συνεχίζεται και αφότου το παιδί ενηλικιωθεί. Στην περίπτωση αυτή, συνήθως η μητέρα (αλλά κάποιες φορές και ο πατέρας), χωρίς να το συνειδητοποιεί ή να μπορεί να το ελέγξει, «εμπλέκεται» στη ζωή του παιδιού της (πότε με ενοχλητικούς αλλά πολύ συχνά και με «βοηθητικούς» τρόπους). Ο τρόπος αυτός της αλληλεπίδρασης ανάμεσα σε ένα παιδί και την οικογένειά του σχεδόν πάντα έχει καταστροφικές επιπτώσεις για την ανεξαρτητοποίηση του παιδιού από την οικογένεια, την ομαλή ανάπτυξη της προσωπικότητάς του και την ανάληψη προσωπικής ευθύνης για τις επιλογές του και τη γενικότερη πορεία της ζωής του.
Συχνά, το παραπάνω πρόβλημα μέσα σε μία οικογένεια «καλύπτεται» έως ότου ένα τρίτο άτομο (στην προκειμένη περίπτωση η νύφη ή ο γαμπρός) αρχίζουν να παρατηρούν και να ενοχλούνται από την έλλειψη ορίου στη σχέση ανάμεσα στο/στη σύντροφό τους και τους γονείς του. Δυστυχώς, κάποιες φορές η νύφη ή ο γαμπρός που «διαμαρτύρεται» για μία τέτοια κατάσταση, ειδικά όταν το κάνει αυτό με υπερβολικά φορτισμένο τρόπο, λειτουργεί ως το «εξιλαστήριο θύμα». Αυτό συνεπάγεται ότι, αντί το ενήλικο παιδί ή οι γονείς του να αναρωτηθούν μήπως η αλληλεπίδρασή τους είναι προβληματική, συνήθως τείνουν να αποκαλούν τη νύφη ή το γαμπρό ως το νέο, «προβληματικό» μέλος της οικογένειας. Μάλιστα, όσο πιο συγχωνευμένες είναι οι σχέσεις ενός ή μίας συζύγου με τα μέλη της πατρικής οικογένειας τόσο περισσότερο αυτός ή αυτή αρνείται να «προδώσει» την πατρική οικογένειά για χάρη της νέας οικογένειας που έχει δημιουργήσει.
Ωστόσο, η έλλειψη ορίου είναι μία δυσάρεστη κατάσταση μέσα στις σχέσεις, η οποία δεν πυροδοτείται ή δεν «ξεκινάει» μόνο από την πατρική οικογένεια του ενός ή και των δύο μελών ενός ζευγαριού. Συχνά, τα ίδια τα ζευγάρια, παρ’ όλο που «βλέπουν» ότι οι γονείς τους είναι «επιρρεπείς» στο να παραβαίνουν τα όρια της σχέσης τους, αγνοούν την ενοχλητική αυτή συμπεριφορά και επιλέγουν από μόνοι τους να μην τους οριοθετήσουν. Το αντάλλαγμα σε αυτές τις περιπτώσεις ορισμένες φορές είναι ΔΩΡΕΑΝ babysitting, ΔΩΡΕΑΝ σπίτι, ΔΩΡΕΑΝ λογαριαμοί, ΔΩΡΕΑΝ μεσημεριανό κάθε μέρα και άλλου τύπου, υλικά κυρίως ανταλλάγματα. Δυστυχώς όμως, όπως παρατήρησε ο γνωστός ψυχίατρος Δημήτρης Καραγιάννης οι παροχές αυτές πολύ συχνά δεν είναι τίποτα άλλο παρά «δάνεια» που κάποια στιγμή θα κληθεί αναγκαστικά να «ξεπληρώσει» το ζευγάρι. Το δυσάρεστο σε αυτές τις περιπτώσεις είναι ότι, το τίμημα ενός τέτοιου δανείου συχνά αντανακλάται στην απώλεια της συνοχής και της συναισθηματικής ηρεμίας μέσα στο ζευγάρι.
2) Μη ρεαλιστικές προσδοκίες για τη σχέση ανάμεσα στο ζευγάρι και τους πεθερούς ή την πατρική οικογένεια
Συχνά, ειδικά στις λιγότερο αστικοποιημένες περιοχές, επικρατεί η άποψη ότι η σχέση της πεθεράς με τη νύφη ΠΡΕΠΕΙ να είναι σαν τη σχέση της μητέρας με την κόρη. Μάλιστα κάποιες νύφες είθισται να αποκαλούν την πεθερά τους ακόμη και «μητέρα». Η τάση αυτή, όταν είναι σεβαστή από όλους και δεν συνάδει με εντάσεις μέσα στο ζευγάρι και τις πατρικές οικογένειες των δύο συντρόφων, είναι καθ’ όλα σεβαστή και λειτουργική. Συχνά όμως, ειδικά στα πιο νεαρά ζευγάρια, η άποψη αυτή μπορεί να λειτουργήσει ως ένα είδος επιταγής, η οποία δημιουργεί μη ρεαλιστικές προσδοκίες για τη σχέση με τους πεθερούς και ανακυκλώνει συναισθήματα δυσαρέσκειας, απογοήτευσης και ματαίωσης. Δυστυχώς, τα δυσάρεστα αυτά συναισθήματα δεν διακινούνται μόνο στη σχέση της νύφης με την πεθερά ή στη σχέση του γαμπρού με τον πεθερό αλλά κυρίως μέσα στη σχέση του ζευγαριού. Είναι επομένως βοηθητικό, ειδικά τα νεότερα ζευγάρια να έχουν κατά νου ότι οι γονείς των συζύγων τους είναι πρόσωπα τα οποία αξίζουν το σεβασμό των παιδιών τους και των αγαπημένων τους. Ταυτόχρονα όμως είναι και άνθρωποι με πολλά ελαττώματα, αδυναμίες, διαφορετικές απόψεις και άλλου είδους βιώματα. Τα χαρακτηριστικά αυτά των πεθερών τις περισσότερες φορές δεν είναι εφικτό και δεν χρειάζεται να αλλάξουν, αλλά ούτε και οι νέοι είναι υποχρεωμένοι να τα ασπαστούν. Και για το λόγο αυτό, πέρα από τη στιγμιαία έκπληξη ή τη δυσαρέσκεια που μπορούν να προκαλέσουν, δεν αρκούν από μόνα τους, ως αιτία για να «διαλύσουν» τη σχέση ενός ζευγαριού.
Συνοψίζοντας όλα τα παραπάνω, όταν η σχέση ενός ζευγαριού είναι υγιής, τότε και τα δύο μέλη της σχέσης είναι ικανά να διαφοροποιούν τη στάση τους και να οριοθετούνται τόσο σε σχέση με τους πεθερούς τους όσο και σε σχέση με την πατρική τους οικογένεια. Όταν το ζευγάρι δεν μπορεί να λειτουργήσει κατ’ αυτό τον τρόπο, η Ψυχοθεραπεία Ζεύγους και η Ατομική Ψυχοθεραπεία μπορεί να αποβεί ιδιαίτερα βοηθητική
Βιβλιογραφική Αναφορά
Καραγιάννης, Δ. (2010). Η αδικία που πληγώνει. Εκδόσεις: Αρμός.